4.3.12

Ο Ζήσης και ο Αχμέτ (και ο Θόδωρας)

Στην γειτονιά μου μένουνε δύο παιδιά.
Ο Ζήσης και ο Αχμέτ.
Ο Ζήσης είναι γιος μιας μικροαστικής οικογένειας
που η μητέρα είναι δημόσιος υπάλληλος
αλλά βγάζει λεφτά και από ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικών
και ο πατέρας έχει μια μικρή εταιρία
που εμπορεύεται και εγκαθιστά φωτοβολταϊκά συστήματα
και απασχολεί 8 εργαζόμενους.
Σήμερα το απόγευμα, ενώ ο Αχμέτ έπαιζε με τον Ζήση, κύλησε ανάμεσά τους ο εξής διάλογος:
Α: Πού πας;
Ζ: Πάω στο σπίτι να διαβάσω.
Α: Τί να διαβάσεις;
Ζ: τα μαθήματα που...
Α: Τί;
Ζ: τα μαθήματα που...
Α: Ε;
Ζ: Μαθήματα.
Α: Κάτσε λίγο ακόμα.
Ζ: έχω πει ότι...
Α: Τί;
Ζ: έχω πει ότι...
Α: Ε;
Ζ: Μαθήματα.
Α: Καλά άντε γειά.




Αυτά τα λίγοστά για αρχή, σε μια προσπάθεια να σουλουπώσω σε έυσχημα μεγέθη την ποιητική εμπειρία που βιώνει κάποιος βλέπωντας Αγγελόπουλο. Βλέπωντας τί ακριβώς δηλαδή;
Βλέπωντας κατ'αρχήν ένα αγνό κολάζ ήχου και εικόνας. Βλέπωντας τον πραγματικό χρόνο σε πλαστικά καλούπια, συνεχώς μεταβαλλόμενα και σημειολογικά πλήρη. Βλέπωντας χαρακτήρες αντιδραματικούς σε σκηνές λυρικές και βλέπωντας την αγωνία ενός πλάνου να σταματήσει εκεί που είναι προορισμένο να σταματήσει. Κατανοώντας τον αγνό, υλικό και καθημερινό αγώνα μιας τάξης να αποβάλλει από πάνω της την ρετσινιά του εαμοβούλγαρου και με τις πλέον καλοπροαίρετες προθέσεις να βάλει το κεφάλι της κάτω από τον μπαλτά της κατανάλωσης, της ταξικής ανόδου, της υλικής ολοκλήρωσης. Κατανοώντας την στυγνή βιαιότητα της "ομαλής μετάβασης" από τον εργάτη μάστορα στον εργάτη-μάζα μέσα από τις ανιχνεύσεις του σκηνοθέτη σε διόλου αμελητέες συνέπειες στην βιοματική μικροκλίμακα. Εκεί που όλα συμβαίνουν και τα πάντα επιτρέπονται.
Μία αφήγηση με τα όλα της. Με τις αντικειμενικές προϋπουθέσεις, ας πούμε του γαλήνιου αφηγητή, του κατάλληλου ηχητικού φόντου, της κατάλληλης ιστορίας για αφήγηση. Αυτής δηλαδή που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι αν όχι της παιδικής μας εμπειρίας, σίγουρα όμως των παιδικών μας αφηγήσεων και της αναπαριστάμενης εικόνας που είχαμε σχηματίσει για το "πώς ήταν τα πράγματα παλιά". Τότε που ακόμα η Ελλάδα ήταν ψωροκώσταινα. Ήταν όμως όντως έτσι;
Αυτό που μέσα από τα φιλμ του Αγγελόπουλου αποτυπώνεται άμεσα είναι ότι αυτός ο τόπος έχει ποτιστεί με πολύ αίμα μέσα στα αυλάκια του. Από τις χαράδρες του Γράμμου μέχρι τις βάθρες των Κυθηρων. Και από τα αρχοντικά της Βασιλλίσης Όλγας μέχρι τις προλεταριακές γειτονιές του Γκάζι και του Μεταξουργείου. Εκεί που ο εμφύλιος ταξικός πόλεμος μαινότανε στ' αλήθεια και όχι κάτω από ορθωμένες μούτζες ή ακόμα και φλεγόμενες χάινεκεν. Και πράγματι θα συντασσόμουνα απόλυτα με μια προσέγγιση ότι "αυτά το κόκαλλα δεν σάπισαν από το 49". Γιατί στη μνήμη μας ακόμα τρέχει φρέσκο αίμα. Αίμα κόκκινο, οικουμενικό, προλεταριακό, αναρχικό.

4 σχόλια:

  1. με τον μιχαλάκη τον ρούπακα (έτσι λέγεται ο χαρακτήρας) απο την σειρά εγκλήματα έχεις καμία σχέση? τώρα όσον αφορά τα αγγελοπουλικά, καλά τα λες εν μέρη αλλά μην ξεχνάμε τις ταξικές μας διαφορές μαζί του γιατί δεν ήταν και ο καλύτερος εργοδότης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. επειδή μπαίνεις σε περίεργα μονοπάτια και θα'θελα ν'ακούσω τι υποστηρίζεις, θα σε ρωτούσα : ποιος είναι ο καλός ο εργοδότης;
    Όσον αφορα το ταξικό κριτήριο (το ποια θέση έχεις αλλά και διεκδικείς μεσα στην διαδικασία της παραγωγής δηλαδή) δεν είναι εργαλείο κατανόησης του κόσμου και (όπως και με την λεβάντα, ας πούμε) η λανθασμένη χρηση του προκαλεί παρενέργειες. Τέτοιο είναι ο διαλεκτικό υλισμός, η μαρξική θεωρία. Το αγνό, προλεταριακό, ταξικό μίσος προκύπτει μέσα από τις καθημερινές ταξικές εμπειρίες. Όλα τα υπόλοιπα είναι αφόρητη ιδεολογία που μας αποπροσανατολίζουν από αυτές.
    Επομένως ο Αγγελόπουλος δεν ήταν κάποιο αφεντικό, με την καθαρή έννοια του όρου. Και σε καθε περίπτωση, τέλος πάντων, είναι πλέον νεκρός και δεν συμμετέχει στην ταξική πάλη με το μόνο ιστορικά προσδιορισμένο υλικό που έχουμε στην διάθεσή μας : τους εαυτούς μας. Βέβαια, ακόμα επηρρεάζει και αυτην την "λειτουργία" θα την υπερασπιστώ μέχρι κεραίας
    Ο Αγγελόπουλος ήταν ένας σκηνοθέτης του σύγχρονου ευρωπαϊκού ρεύματος. Εμείς από την άλλη (και με κάθε επιφύλαξη) είμαστε εργάτες και εργάτριες που σε επίσμα των καιρών θα διεκδικήσουμε την διανοητική μας ανατίμηση, ενάντια στην βλακεία που μας σερβίρεται πανταχόθεν. Και Αγγελόπουλο θα δούμε, και Σεφέρη θα διαβάσουμε, και λόγια οθωμανική μουσική θα ακούσουμε. Εκτος αν προτιμούμε να αποθεώνουμε τις diy σαβούρες (κάποιες είναι τέτοιες) και να "κράζουμε" (μόνο σε κάτι τέτοιο αντιστοιχεί η ποιότητα της κριτικής κάποιων) όποιον δεν είναι στη φάση...
    Δεν υποννοώ ότι υποστηρίζεις κάτι τέτοιο και με κάθε σεβασμό δεν σου βάζω λόγια στο στόμα.
    ΥΓ: Η αναπαράσταση γυρίστηκε στα 1970. Με τον μχαλάκη τον ρούπακα απλή συνωνυμία.


    εκ του καταστήματος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ευτυχώς που έγραψες 'Δεν υποννοώ ότι υποστηρίζεις κάτι τέτοιο και με κάθε σεβασμό δεν σου βάζω λόγια στο στόμα.'γιατί καμία σχέση δεν έχει η απάντηση σου με αυτό που ήθελα να πω.
    Όπως και να έχει δεν ασκώ κριτική στο έργο του αγγελόπουλου. Τουναντίον, ήταν απο τους αγαπημένους μου, και το γιατί δεν έχει καμία σημασία.Και ούτε φυσικά προσδιορίζω την ταξική μου ταυτότητα, κράζοντας ανθρώπους που δεν είναι σαν και μένα. Ούτε βλέπω μόνο diy ταινίες επειδή έχουν φτιαχτεί συλλογικά και αυτοοργανωμένα. Αλλά δεν μπορώ να παραβλέψω το γεγόνος ότι όσον αφορά τις σχέσεις του με το κινηματογραφικό του συνεργείο παίξανε καφρίλες και δεν μιλάω για φήμες που άκουσα που αναπαράγονται μετά το θάνατο κάποιου.
    Όσον αφορά την ερώτηση σου ποιος είναι ο καλός ο εργοδότης, η απάντηση είναι κανένας, για ευνόητους λόγους. Απλά χρησιμοποίησα την λέξη καλύτερος εργοδότης σαν έκφραση, λάθος μου όχι μόνο για όπως το εξέλαβες, αλλά και για το περιεχόμενο της.
    όπως και να έχει ευχαριστώ για την απάντηση

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. αυτά είναι τα ωραία της διαλεκτικής. κ εγω σ'ευχαριστώ
    ρου

    ΑπάντησηΔιαγραφή

μίλησαν...