29.3.12

φαινόμενα παροδικά

η εργάτρια κοίταξε για μια στιγμή στα μάτια τον άνεργο.

Εγκλωβίστηκες, του είπε.

Δώσε μου ένα τσιγάρο αν θες να με βοηθήσεις, της απάντησε αυτός.

Η εργάτρια τέντωσε το χέρι της και του πρόσφερε το "Θέσεις για την φιλοσοφία της ιστορίας" του W. Benjamin.

Τότε ξανακοιτάχτηκαν στα μάτια. 

Κι ετσι, συνέβη για λίγο κομμουνισμός.





27.3.12

Στην ακρογιαλιά της Όστια

αγαπητό και αναρχοαυτόνομο κοινό του rupax-rupax.blogspot.com,

αυτή είναι η ώρα των εκμυστηρεύσεων :
η ώρα που ο ήλιος δύει ήσυχα στα δωμάτια των προαστίων
και στις κουρτίνες διεισδύουν σκιές και αντανακλάσεις,
η ώρα που πετιούνται κούτσουρα στον κάδο ενώ ο catkiller σκέφτηκε να μιξάρει την edith piaf,
η ώρα που αντιστρέφονται οι πόλοι στα φορτισμένα σωματίδια
και η ώρα που η θερμοκρασία στον κλίβανο φτάνει τους 1500 βαθμούς Κελσίου.
αυτή είναι η ώρα των ενοχών :
η ώρα που απαγγέλεται η ποινή και όχι η κατηγορία,
η ώρα του προαυλίσματος και όχι της αποφυλάκισης,
η ώρα που το κορίτσι με το κόκκινο παλτό αναρωτιέται "μα τί συνέβαινε στην Ιταλία το 1978".
αυτή είναι η ώρα που μας αφορά :
η ώρα που θα κατέβουμε την αποστόλου παύλου κρατώντας το πανό που θα γράφει "αυτή η γη είναι δική μας",
η ώρα που ανασαίνει η ζωή
ποτέ μες στις πολλές συνήθειες των ανθρώπων.

Λέγανε οι παλιοί ότι τα κλάματα στερεύουνε πριν αρχίσουνε τα γέλια και ποτέ δεν κατάλαβα τι εννοούνε αλλά απόψε αν γίνεται άφησέ με να έρθω μαζί σου όχι επειδή θέλω, έτσι για να σου δείξω ότι έχω διαβάσει κι εγώ ρίτσο τελως πάντων και αν υπάρχει κάτι που έμεινε ζωντανό μέσα μου αυτό είναι η ειρωνεια και η βεβαιότητα μου για τους λόγους που με κάνουν θλιμμένο. εσύ μπορείς να την γκρεμίσεις αυτη την πολιτεία την τσιμεντένια; αυτό τον ντουνιά τον χάρτινο;εγώ δεν τα κατάφερα,δεν προσπάθησα και όσο έπρεπε βέβαια μπορεί να χεις δίκιο να και ένας ακόμα λόγος που θα θελα να έρθω μαζί σου.όχι για πολύ να μέχρι εκεί που φαίνεται ότι πηγαίνει ο δρόμος να δω κι εγώ τι γίνεται πίσω από τις φάμπρικές, να δω κι εγώ πως ζητάνε ευγενικά για αγάπη και όχι έτσι αδέξια όπως έμαθα να μιλάω και να γράφω.

την ξερεις την όστια; είναι εκεί που ο pino pelosi δολοφόνησε τον pier paolo pasolini. γινόταν κι άλλα στην Ιταλία τότε, ξέρεις. μα εγώ δεν θα μείνω απόψε εδώ. θα ανατρέψω το σενάριο, θα ανατρέψω την ποίηση.
Την ποίηση που έχω.
την ποίηση που με έχει.

4.3.12

Ο Ζήσης και ο Αχμέτ (και ο Θόδωρας)

Στην γειτονιά μου μένουνε δύο παιδιά.
Ο Ζήσης και ο Αχμέτ.
Ο Ζήσης είναι γιος μιας μικροαστικής οικογένειας
που η μητέρα είναι δημόσιος υπάλληλος
αλλά βγάζει λεφτά και από ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικών
και ο πατέρας έχει μια μικρή εταιρία
που εμπορεύεται και εγκαθιστά φωτοβολταϊκά συστήματα
και απασχολεί 8 εργαζόμενους.
Σήμερα το απόγευμα, ενώ ο Αχμέτ έπαιζε με τον Ζήση, κύλησε ανάμεσά τους ο εξής διάλογος:
Α: Πού πας;
Ζ: Πάω στο σπίτι να διαβάσω.
Α: Τί να διαβάσεις;
Ζ: τα μαθήματα που...
Α: Τί;
Ζ: τα μαθήματα που...
Α: Ε;
Ζ: Μαθήματα.
Α: Κάτσε λίγο ακόμα.
Ζ: έχω πει ότι...
Α: Τί;
Ζ: έχω πει ότι...
Α: Ε;
Ζ: Μαθήματα.
Α: Καλά άντε γειά.




Αυτά τα λίγοστά για αρχή, σε μια προσπάθεια να σουλουπώσω σε έυσχημα μεγέθη την ποιητική εμπειρία που βιώνει κάποιος βλέπωντας Αγγελόπουλο. Βλέπωντας τί ακριβώς δηλαδή;
Βλέπωντας κατ'αρχήν ένα αγνό κολάζ ήχου και εικόνας. Βλέπωντας τον πραγματικό χρόνο σε πλαστικά καλούπια, συνεχώς μεταβαλλόμενα και σημειολογικά πλήρη. Βλέπωντας χαρακτήρες αντιδραματικούς σε σκηνές λυρικές και βλέπωντας την αγωνία ενός πλάνου να σταματήσει εκεί που είναι προορισμένο να σταματήσει. Κατανοώντας τον αγνό, υλικό και καθημερινό αγώνα μιας τάξης να αποβάλλει από πάνω της την ρετσινιά του εαμοβούλγαρου και με τις πλέον καλοπροαίρετες προθέσεις να βάλει το κεφάλι της κάτω από τον μπαλτά της κατανάλωσης, της ταξικής ανόδου, της υλικής ολοκλήρωσης. Κατανοώντας την στυγνή βιαιότητα της "ομαλής μετάβασης" από τον εργάτη μάστορα στον εργάτη-μάζα μέσα από τις ανιχνεύσεις του σκηνοθέτη σε διόλου αμελητέες συνέπειες στην βιοματική μικροκλίμακα. Εκεί που όλα συμβαίνουν και τα πάντα επιτρέπονται.
Μία αφήγηση με τα όλα της. Με τις αντικειμενικές προϋπουθέσεις, ας πούμε του γαλήνιου αφηγητή, του κατάλληλου ηχητικού φόντου, της κατάλληλης ιστορίας για αφήγηση. Αυτής δηλαδή που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι αν όχι της παιδικής μας εμπειρίας, σίγουρα όμως των παιδικών μας αφηγήσεων και της αναπαριστάμενης εικόνας που είχαμε σχηματίσει για το "πώς ήταν τα πράγματα παλιά". Τότε που ακόμα η Ελλάδα ήταν ψωροκώσταινα. Ήταν όμως όντως έτσι;
Αυτό που μέσα από τα φιλμ του Αγγελόπουλου αποτυπώνεται άμεσα είναι ότι αυτός ο τόπος έχει ποτιστεί με πολύ αίμα μέσα στα αυλάκια του. Από τις χαράδρες του Γράμμου μέχρι τις βάθρες των Κυθηρων. Και από τα αρχοντικά της Βασιλλίσης Όλγας μέχρι τις προλεταριακές γειτονιές του Γκάζι και του Μεταξουργείου. Εκεί που ο εμφύλιος ταξικός πόλεμος μαινότανε στ' αλήθεια και όχι κάτω από ορθωμένες μούτζες ή ακόμα και φλεγόμενες χάινεκεν. Και πράγματι θα συντασσόμουνα απόλυτα με μια προσέγγιση ότι "αυτά το κόκαλλα δεν σάπισαν από το 49". Γιατί στη μνήμη μας ακόμα τρέχει φρέσκο αίμα. Αίμα κόκκινο, οικουμενικό, προλεταριακό, αναρχικό.